Εικονικός συγγραφέας μιας σειράς κειμένων της όψιμης Ελληνιστικής περιόδου ( τέλή 2ου - 3ου αιώνα μ.Χ. ). Την καταγωγή του πρέπει ν' αναζητήσουμε στον χαρακτηριστικό γι' αυτή την εποχή φιλοσοφικό συγκρητισμό*, που γέννησε και την νεοπυθαγόρεια φιλοσοφία.
Ένα από τα τυπικά γνωρίσματα της φιλολογίας αυτής, η οποία ήκμασε ιδιαίτερα στους ελληνίζοντες αιγυπτιακούς κύκλους της Αλεξάνδρειας, ήταν η τάση ν' αποδίδουν τα νέα κείμενα και τις νέες θεωρίες στην αυθεντία αρχαιοτάτων στοχαστών ή Θεοτήτων, που τους θεωρούσαν δασκάλους του ανθρωπίνου γένους και θεματοφύλακες όλης της αληθινής γνώσης.
Σ' ΄ενα περιβάλλον λοιπόν όπου ο πλατωνισμός εθεωρείτο ανώτερη έκφραση της ελληνικής σοφίας κι ότι αυτή καταγόταν από τη σοφία της Ανατολής κι ιδιαίτερα της Αιγύπτου, γεννήθηκε αυθόρμητα, με βάση μια περίφημη σελίδα του πλατωνικού Φαίδρου, η σύνδεση ( που υπήρχε και στον Ηρόδοτο ) μεταξύ του ελληνικού Θεού Ερμή και του αιγυπτιακού Θεού Θώδ.
Καθώς ο Θώδ είχε το επίθετο μέγας - μέγας, ονόμασαν τον ελληνο - αιγύπτιο αυτό Θεό Ερμή Τρισμέγιστο και του απέδωσαν την πατρότητα και το κύρος αυτών των κειμένων, τα οποία γι' αυτό ονομάστηκαν " Ερμητικά ".
Το corpus των κειμένων αυτών ( που διαφέρουν από τα μεταγενέστερα κείμενα αστρολογίας, μαγείας και αλχημείας, τα οποία αργότερα αποδόθηκαν επίσης στον Ερμή τον Τρισμέγιστο ) αποτελείται από 19 πραγματείες, η πρώτη των οποίων φέρει τον περίφημο τίτλο Ποιμάντωρ ( Ποιμενάρχης λαών ) . Τα κείμενα έχουν χαρακτήρα διαλογικό, όπου συνήθως ο Ερμής / Θωθ καθοδηγεί κάποιον οπαδό του στην αποκάλυψη μίας αλήθειας. Και όπως αυτός μπόρεσε να γίνει Θεός χάρη στις θεωρίες που δίδαξε, κατά τον ίδιο τρόπο, κι οποιοσδήποτε, ακολουθώντας τις θεωρίες αυτές, μπορούσε να γίνει Θεός.
Η επίδραση τους στην ευρωπαϊκή Αναγέννηση υπήρξε πολύ μεγάλη καθώς τους χρόνους εκείνους θεωρούνταν πως κάλυπταν με μύθους μία παμπάλαια σοφία, σύγχρονη του Μωυσή, η οποία μπορούσε να ερμηνεύσει το φυσικό κόσμο. Το 1614, ο φιλόλογος Ισαάκ Καζαουμπόν απέδειξε ότι τα κείμενα δεν εγράφησαν πριν τη ρωμαϊκή εποχή, αλλά έπρεπε να φτάσει ο Διαφωτισμός κι η σύγχρονη επιστήμη για να τοποθετηθεί ο ερμητισμός οριστικά στο πεδίο της θρησκειολογίας και του αποκρυφισμού.
.
Ο τάφος της Νεφερτάρι, συζύγου του Ραμσή Β', που ανακαλύφθηκε το 1904 στις Δυτικές Θήβες, θεωρείται ο ωραιότερος στην Αίγυπτο λόγω των εξαιρετικών τοιχογραφιών του. Στην εικόνα βλέπουμε τη βασίλισσα μπροστά στο Θεό Θώδ, εφευρέτη του αλφαβήτου και της γραφής.
Συγχωνεύοντας ελληνορωμαϊκές και αιγυπτιακές επιρροές, ο ερμητισμός υποστήριζε ότι στον κόσμο διέμεναν εκατοντάδες κατώτερες υπερφυσικές θεότητες, ιεραρχημένες μεταξύ των ανθρώπων και του Θεού στη συμπαντική κλίμακα, κάποιες εκ των οποίων ήταν δαιμονικές και εκπροσωπούσαν το Κακό, ενώ κάποιες άλλες ήταν αγγελικές και δρούσαν ως όργανα του αγαθού Νου. Έτσι το Καλό ταυτιζόταν με τη δημιουργία, την έρευνα, τη λογική και τις νοητικές κατασκευές, ενώ το Κακό ταυτιζόταν με την προσκόλληση στην ύλη και στο φυσικό επίπεδο του κόσμου. Ο ερμητισμός επομένως, αντίθετα με τις περισσότερες μυστηριακές λατρείες, δε βασιζόταν στην εξ αποκαλύψης γνώση αλλά στη γνώση μέσω λογικής έρευνας προκειμένου να λυτρώσει τους ακολούθους του.
Οι δρόμοι προς αυτήν την κατεύθυνση ήταν η αστρολογία ( οι πλανήτες του ηλιακού συστήματος αντιστοιχούσαν σε Θεότητες και ταυτιζόταν με μεταφορικές νοητικές έννοιες ) η οποία αποκάλυπτε τη σκέψη του Θεού μέσω της κίνησης των πλανητών και φανέρωνε τις επιρροές της κίνησης αυτής στα γήινα πράγματα καθώς κι η αλχημεία, η οποία έλαβε έναν επιπρόσθετο συμβολικό χαρακτήρα και συνδέθηκε με θρησκευτικές μεταφορές, όπως γινόταν στη φαραωνική Αίγυπτο.
Η ερμητική αλχημεία ήταν το πρακτικό μέσο για την επίτευξη της « θεουργίας », της τελετουργικής μυστικιστικής πρακτικής που οδηγούσε στη φώτιση και στη νοητική ένωση του ασκούμενου με το Παν. Επιπλέον η θεουργία, πρακτική που σκόπευε στην εγκαθίδρυση δεσμών συμπαθητικής μαγείας μεταξύ του ατόμου και του κόσμου, υποτίθεται πως μπορούσε να οπλίσει όποιον την εξασκούσε με φαινομενικά υπεράνθρωπες δυνάμεις καθώς του επέτρεπε να τροποποιεί κατά βούληση τη φύση, αφού η τελευταία δεν ήταν παρά ένα εύπλαστο νοητικό κατασκεύασμα στο νου του Θεού. Οι ερμητικοί εξήραν τη θεουργία ως ύψιστο φιλοσοφικό έργο και υποτιμούσαν τους άλλους τύπους μαγείας ονομάζοντας τους συλλήβδην «γοητεία», έναν αρνητικό όρο που υποδήλωνε δόλο ή απάτη. Ωστόσο η διαφοροποίηση εξαντλούνταν μόνο στον τελικό σκοπό, καθώς οι μέθοδοι της θεουργίας δε διέφεραν από τις μεθόδους της γοητείας· και οι δύο κατάγονταν από τη συστηματοποιημένη μαγεία της ελληνιστικής εποχής και αξιοποιούσαν ξόρκια, φυλακτά, ψαλμούς, επικλήσεις κατώτερων θεοτήτων, αλχημικές συνταγές, αστρολογικές παρατηρήσεις κλπ.
* Συγκρητισμός : Συγχώνευση θρησκειών η λατρειών σ' ένα θρησκευτικό ή πολιτιστικό μόρφωμα. Το φαινόμενο παρατηρείται κυρίως στην Αφρική ή τη Βραζιλία, όπου τα αφρικανικά στοιχεία αναμειγνύονται με το λατρευτικό τυπικό και τις διδασκαλίες του Χριστιανισμού.
Πηγές στοιχείων : Εγκυκλοπαίδεια Δομή, Τ.6, Χαμένοι πολιτισμοί, Καρακώτσογλου 1999, Wikipedia ( ελληνικά ), Denniw Gira - Jean-Luc Pouthier, Οι θρησκείες σήμερα, Κασταλία 2007.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου